H αναπάντεχη χρησιμότητα της ανησυχίας. Οι έγνοιες μπορεί να βγουν και σε καλό
Είναι χρήσιμο να νιώθουμε ανήσυχοι; Πόσα προβλήματα θα έμειναν άλυτα αν δεν μας ένοιαζε τίποτα; Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην υγιή ανησυχία και το μόνιμο άγχος;
Πώς θα ήταν η ζωή χωρίς έγνοιες; Ποιος θα έπλενε τα πιάτα, ποιος θα έφτιαχνε φαγητό στα παιδιά και ποιος θα πλήρωνε τους λογαριασμούς; Πώς θα ήταν έτοιμα τα μαθήματα και με ποιο τρόπο οι κάρτες γενεθλίων θα είχαν ταχυδρομηθεί στην ώρα τους;
Όλες αυτές οι ανησυχίες είναι κρίσιμες για την επιβίωσή μας και όχι μέθοδοι βασανιστηρίων. Οι πρόγονοί μας, που απολάμβαναν χαλαρές βόλτες το πρωί, δεν υπάρχουν πια. Φαίνεται όμως πως η αίσθηση ότι ο κίνδυνος παραμονεύει σε κάθε γωνία έχει περάσει στη γενιά μας και εμφανίζεται ως μια πανταχού παρούσα αίσθηση ανησυχίας και προστατευτισμού.
Κάποιος βαθμός ανησυχίας είναι πραγματικά χρήσιμος, επειδή βοηθά να μην παρασυρθούμε από αρνητικότητα και να βάλουμε σε προτεραιότητα τα καθήκοντά μας. Το σημαντικότερο είναι ότι η ανησυχία αποτελεί την πρώτη αντίδραση που συνιστά και το πρώτο βήμα για την επίλυση των προβλημάτων.
Ενεργοποιεί τη διαδικασία αξιολόγησης της κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε και κατ΄ επέκταση εύρεσης λύσεων. Βοηθά να αναζητήσουμε απαντήσεις, να επιλέξουμε τον δρόμο που θα ακολουθήσουμε και να το εφαρμόσουμε.
Όταν αυτή η διαδικασία αποδίδει, βρισκόμαστε σε θέση να εκφράσουμε την ανησυχία μας στο επίπεδο που έχουμε καταλήξει τι θα κάνουμε και πλέον ανησυχούμε αν θα πετύχει το σχέδιό μας.
Αυτή είναι η χρησιμότητα της ανησυχίας. Το πρόβλημα είναι όταν η υπερβολική ανησυχία γίνεται η αιτία να μην προχωράμε στη διαδικασία επίλυσης προβλημάτων. Μιλάμε συνεχώς για το πρόβλημα χωρίς να σκεφτόμαστε παραγωγικά την αντιμετώπισή του. Λέμε για παράδειγμα: «Έχω να κάνω αυτό. Αν δεν το πετύχω, θα μπω σε μπελάδες. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρω».
Η ανησυχία εντείνεται στη διάρκεια μιας αγχωτικής περιόδου – όταν απειλείται το εισόδημά μας, όταν μια ασθένεια επιμένει, όταν ο γιος μας αρχίζει να οδηγεί ή η κόρη μας βγαίνει πρώτη φορά ραντεβού.
Τότε η ανησυχία μοιάζει με φυλαχτό που θα αποκρούσει το πρόβλημα και τους κινδύνους. Νομίζουμε πως αν ανησυχήσουμε αρκετά θα επινοήσουμε τρόπους να αποτρέψουμε τις αρνητικές εξελίξεις. Αισθανόμαστε απειλή και πιστεύουμε ότι αυτή η σκέψη θα μας προφυλάξει από λάθη και θα μας εξασφαλίσει ότι θα ακολουθήσουμε την ορθή επιλογή.
Στη συνέχεια, όταν αποφασίζουμε τελικά τι θα πράξουμε, ανησυχούμε αν ο τρόπος που διαλέξαμε είναι σωστός και αυτό εξελίσσεται σε μια δεύτερη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Τι συμβαίνει όμως όταν η ανησυχία απουσιάζει από τη διαδικασία επίλυσης προβλημάτων;
Το κόστος από την άσκοπη ανησυχία μπορεί να είναι πολύ μεγάλο και να μας βλάψει αρκετά αν κατακλύσει τη σκέψη μας. Η ανησυχία προκαλεί άγχος. Όσο περισσότερο ανησυχούμε, τόσο αυξάνεται το άγχος – είτε πρόκειται για εργασία, οικογένεια, οικονομικά θέματα ή ασθένειες. Αν δεν βρούμε τρόπο να αντιμετωπίσουμε αυτό το είδος της ανησυχίας θα συνεχίσουμε να είμαστε αγχωμένοι.
Η ανησυχία αναστέλλει την απόδοσή μας. Κατά τη διάρκεια κάθε εργασίας πρέπει να εστιάζουμε την προσοχή μας σε αυτό που κάνουμε.
Όμως, όταν η προσοχή μας αποσπάται από άχρηστες ανησυχίες, γινόμαστε εγωκεντρικοί: «Πώς θα το κάνω; Τι θα συμβεί αν αποτύχω; Θα είναι πολύ οδυνηρό για μένα. Πρέπει να πετύχει»!
Αυτές οι σκέψεις είναι προβληματικές και είναι δύσκολο να τις διώξουμε. Είναι όμως αναγκαίες για να διαθέτουμε την ενέργειά μας στον σκοπό που χρειάζεται.