Απλή εξέταση αίματος ανιχνεύει τον καρκίνο του μαστού πέντε χρόνια πριν εκδηλωθεί

6333
Ο καρκίνος του µαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος που εκδηλώνεται στις γυναίκες και αντιπροσωπεύει σχεδόν το 30% απ’ όλους τους κακοήθεις όγκους. Περίπου 500.000 γυναίκες εκδηλώνουν κάθε χρόνο καρκίνο του µαστού στην Ευρώπη, ενώ 5.000 είναι Ελληνίδες.  

Μέχρι σήμερα η ετήσια μαστογραφία -η οποία γίνεται για πρώτη φορά σε ηλικία 40 ετών,- ήταν το πιο σημαντικό μέσο για την ανίχνευση του καρκίνου του µαστού.

Συγχρόνως οι γυναικολόγοι και ειδικά σε περιπτώσεις «υψηλού κινδύνου» επέβαλαν στις γυναίκες να παρακολουθούνται εντατικότερα με υπερηχογράφηµα ή MRI (µαγνητική µαστογραφία).

Έρευνα που διεξήχθη από τη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ και παρουσιάστηκε στο φετινό συνέδριο του βρετανικού Ινστιτούτου Έρευνας για τον Καρκίνο στην Γλασκόβη, αποδεικνύει ότι ο καρκίνος του μαστού θα μπορούσε να ανιχνευθεί έως και πέντε χρόνια πριν υπάρξουν κλινικές ενδείξεις, μέσω μιας απλής εξέτασης αίματος.

Συγκεκριμένα μέσα από αυτή την εξέταση μπορεί να εντοπιστεί η ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος σε ουσίες που παράγονται από τα καρκινικά κύτταρα και να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για πρώιμη διάγνωση.

Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στη μελέτη αντιγόνων. Αυτά παράγονται από τα καρκινικά κύτταρα και ενεργοποιούν την ανοσολογική απόκριση του σώματος. Συγκεκριμένα, τα καρκινικά κύτταρα προκαλούν τη δημιουργία αυτοαντισωμάτων που προσπαθούν να εμποδίσουν τα αντιγόνα.

Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τα δείγματα αίματος 90 ατόμων που έπασχαν από καρκίνο του μαστού με εκείνα 90 υγιών ατόμων (ομάδα ελέγχου). Στη συνέχεια ερεύνησε σε αυτά την ύπαρξη αυτοαντισωμάτων που έχουν δημιουργηθεί λόγω των αντιγόνων που παράγουν τα καρκινικά κύτταρα.
Οι ερευνητές κατάφεραν να διαπιστώσουν την ύπαρξη καρκίνου του μαστού στο 37% των πασχόντων και τη μη ύπαρξη του στο 79% των υγιών ατόμων.

Πλέον η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ προσπαθεί να επιβεβαιώσει αυτά τα αποτελέσματα σε μεγαλύτερη κλίμακα χρησιμοποιώντας ως δείγμα 800 άτομα.

Η Ντανίγια Αλφατάνι, από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ, εξήγησε ότι βελτιώνοντας την ακρίβεια της εξέτασης αυτής θα είναι εφικτό να εντοπίζεται και να γίνεται πρώιμη διάγνωση της ασθένειας μόνο με μια εξέταση αίματος.

Κάποιοι ερευνητές επεσήμαναν ότι τα ευρήματα αυτά είναι ακόμη πρώιμα. Ένας από αυτούς ήταν ο  Πολ Φαρόα του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ που υπογράμμισε ότι πρέπει να διεξαχθούν και άλλες μελέτες που θα επιβεβαιώνουν τα ευρήματα. Παράλληλα και ο μοριακός ογκολόγος του Πανεπιστημίου του Γουόργουικ, Λόρενς Γιάνγκ, συμφώνησε, δηλώνοντας:
«Αν και η συγκεκριμένη μελέτη είναι ενθαρρυντική, είναι πολύ νωρίς για να ισχυριστούμε ότι αυτή η εξέταση αίματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον πρώιμο εντοπισμό του καρκίνου του μαστού».

Η Αλφατάνι, από την ερευνητική ομάδα αναγνωρίζει και το οικονομικό όφελος αυτής της εξέτασης, η οποία θα κοστίζει πολύ λιγότερο σε σχέση με τη μαστογραφία. Αυτή θα αποτελέσει σημαντικό έρεισμα στη διάγνωση του καρκίνου του μαστού για τις αναπτυσσόμενες και τις μεσαίου εισοδήματος χώρες.

Η εξέταση αυτή θα είναι διαθέσιμη σε περίπου τέσσερα με πέντε χρόνια με τους επιστήμονες να προσπαθούν να δημιουργήσουν αντίστοιχες εξετάσεις διάγνωσης και για άλλες μορφές καρκίνου, όπως για τον πνεύμονα, το έντερο, το συκώτι και το πάγκρεας.